Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει

Στη συγκλονιστική πορεία της Τετάρτης, στο αρχικό της στάδιο, αισθανόμουν στον αέρα την αμηχανία. Τα περισσότερα μπλοκ ήταν ήσυχα, και η ησυχία δεν έμοιαζε αυτήν την φορά στα μάτια μου απλώς με την ησυχία πριν την καταιγίδα. Διστακτικά συνθήματα ξεπηδούσαν δεξιά και αριστερά, βαδίζαμε οι περισσότεροι σχεδόν βουβοί. Η εξήγηση που προσπάθησα να δώσω ήταν η αμηχανία ενώπιον ενός ψευδούς διχασμού, η καλυτέρα μίας τεχνητής διάσπασης. Ο κόσμος αρνούνταν να φωνάξει όχι από περιορισμένη μαχητικότητα, όπως αποδείχθηκε στην δυναμική που έλαβε αργότερα η διαδήλωση, αλλά διότι δεν ήθελε να ταυτοποιηθεί ξανά ως το έτερο του ετέρου του.


Τα συνθήματα στις πορείες είναι όπως όλοι γνωρίζουμε κάτι σαν ταυτότητες. Περισσότερο και από τα πανώ, προσδιορίζουν την θέση του κάθε μπλοκ στο πολιτικό φάσμα. Μέσα σε λίγες μόνο λέξεις χωρούν συνήθως χιλιάδες σελίδες θεωρίας, πολιτικές πρακτικές καθαγιασμένες από την ιστορική μνήμη ομάδων, συλλογικοτήτων, πολιτικών φορέων, συνδικαλιστικών οργανώσεων. Μπορεί κανείς να καταλάβει πολλά από την συχνότητα με την οποία διαχρονικά εναλλάσσονται τα συνθήματα (λ.χ. τα αιώνια συνθήματα του ΚΚΕ), από την ύπαρξη ή όχι ντουντούκας, από την μαχητικότητα με την οποία αυτά εκφέρονται, από το σε ποιο βαθμό κάθε μπλοκ επιλέγει να καταθέτει την άποψή του με συνθήματα ή με άλλα μέσα (λ.χ. πικέτες, πανώ). Φυσικά πολύ περισσότερα καταλαβαίνει κανείς από το περιεχόμενο. Υπάρχουν συνθήματα που είναι γενικά (καμιά ειρήνη με τ’ αφεντικά) και συνθήματα που στοχεύουν σε επίκαιρες διεκδικήσεις (έξω το ΔΝΤ). Συνθήματα που στοχοποιούν τις δυνάμεις καταστολής και συνθήματα πιο πολιτικοποιημένα. Συνθήματα που καλούν στην βία, συνθήματα πιο μετριοπαθή. Συνθήματα με τοπική-εθνική στόχευση, άλλα που απηχούν διεθνιστικές θέσεις (σε Ελλάδα, Τουρκία, Μακεδονία …αυτό ιδιαίτερα γνωρίζει περαιτέρω παραλλαγές, σε Ελλάδα, Τουρκία, Αλβανία, για να τονιστούν ή να αποφευχθούν αναλόγως φοβικά σύνδρομα).


Στην αρχή της προχθεσινής πορείας, ο δισταγμός μπροστά στην ταυτοποίηση και την διαφορά που καθιδρύει το σύνθημα δεν απηχούσε μόνο το γενικό αίσθημα μουδιάσματος της κοινωνίας μπροστα στην επέλαση του ταξικού εχθρού. Μαρτυρούσε περισσότερο την απροθυμία των διαδηλωτών να επιβεβαιώσουν την διάσπαση. Σε περιόδους ύφεσης της ταξικής πάλης, οι διαφορές έχουν την πολυτέλεια να καλλιεργούνται. Οι θεωρίες απαλλαγμένες από τον βραχνά της πράξης, ξεδιπλώνονται- όσο τελοσπάντων ξεδιπλώνονται. Οι διαφορές τονίζονται, οξύνονται και οι διάφορες πολιτικές ομάδες απολαμβάνουν την υπέροχη σχιζοφρένεια του να είναι αναγκασμένες να διαλέγονται πολιτικά με τους χειρότερους εχθρούς τους, δηλαδή όσους βρίσκονται εγγύτερα τους στο μωσαϊκό των πολιτικών σχηματισμών. Ο πιο αξιόλογος πολιτικός συνομιλητής μίας αναρχικής συλλογικότητας είναι μία άλλη, άλλου προσανατολισμού αναρχική κολεκτίβα. Ομοίως, ο πιο αξιόπιστος και την ίδια στιγμή επαχθής πολιτικός αντίπαλος των τροτσκιστών είναι οι ΚΚΕδες. Το όριο είναι πάντα αυτό που συνέχει την ίδια στιγμή που διαχωρίζει, και αυτό το γνωρίζουν καλά όσοι εμπλέκονται σε μαραθώνιες πολιτικές αναλύσεις. Ένας ανέμελος ΠΑΣΟΚος είναι αδιάφορος αντίπαλος στον στίβο της θεωρίας για έναν αναρχικό. Είναι απλώς εχθρός. Ο εχθρός που σου μοιάζει όμως είναι πολύ πιο δύσκολα ελέγξιμος…


Το προνόμιο αυτής της συνθήκης, αυτήν την στιγμή καταλύεται. Όλοι κατεβαίνουν μαζικά στον δρόμο και ο εχθρός είναι πάλι αίφνης εκτυφλωτικά παρών. Τώρα η πολυτέλεια του προσδιορισμού δεν είναι –μόνο- πλεονέκτημα του κάθε ενός, τώρα τον προσδιορισμό τον χορηγεί κατ’ εξοχήν ο εχθρός.. Αυτό σημαίνει πόλεμος. Τώρα λοιπόν, που συνομολογούμε την συμμετοχή μας σε έναν πόλεμο οι διαχωρισμοί είναι απαίτηση να πέσουν. Όχι για να πεθάνει η ευκαιρία να κάνουμε θεωρία, όχι για να πολτοποιηθούν οι διαφορές, την σημασία των οποίων φυσικά συνομολογώ και υιοθετώ (εξ ου και επιλέγω να ονομάζομαι κομμουνιστής και όχι αναρχικός ή τροτσκιστής, προτιμώ την ανάλυση του Μαρξ αν και ενστερνίζομαι εν πολλοίς και αυτήν του Μπακούνιν, αποστρέφομαι τον σταλινισμό και τον ρεφορμισμό κοκ). Αλλά ακριβώς για να διατηρηθεί ζωντανή η δυνατότητα και η αξία της θεωρίας.


Η δυνατότητά της θεωρίας που βάλλεται με κάθε τρόπο από την εξουσία. Το ίδιο το μέλλον της που υποθηκεύεται με την επίθεση που δέχονται οι ζωές μας. Οι όροι της δυνατότητάς της που επισύρουν την εξουσιαστική οργή, καθώς ο πολιτικός διάλογος και ο χώρος που αυτός διεκδικεί προσδιορίζεται πλέον ανοιχτά ως οριακά νόμιμος αν όχι ευθέως παράνομος. Η δυνατότητα της θεωρίας που εν τέλει, με μία –μικρή- δόση υπερβολής στοχοποιείται ακόμη και στο πλαίσιο της φυσικής εξόντωσης των δυνάμει φορέων της, είτε με την ώθηση μεγάλων μερών του πληθυσμού σε εξαθλίωση, είτε με την εξαπόλυση εναντίον της πολιτικής σκέψης των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους δολοφόνου. Φυσικά δεν είμαι τόσο αφελής να πιστεύω πως η θεωρητική σκέψη θα πεθάνει. Η νεωτερικότητα μας δίδαξε καλά πως το ένδον του κάθε ενός είναι απροσπέλαστο, ψυχή και νους δεν στέκουν εκεί που φτάνει το γκλοπ το μπάτσου ή η γλοιώδης γλώσσα του Γιανναρά και του Πρετεντέρη. Αλλά δεν θέλουμε και δεν θα αφήσουμε να γίνει η δυνατότητα της πάλης των ιδεών πολυτέλεια για λίγους, τους πιο δυνατούς ή αυτούς που βρίσκονται πιο μακριά.


Η αξία της θεωρίας, που αν θέλει να λέγεται πολιτική, επαναστατική, αυτονομιστική πρέπει να καταδειχθεί όταν φτάσει η ώρα της πράξης και της δράσης. Όταν τα τμήματα της κοινωνίας που είναι περισσότερο προωθημένα πολιτικά, αδράξουν το μήνυμα και συσπειρώσουν γύρω από ενωτικό πολιτικό λόγο το μεγάλο μέρος της οργής και της δραματικά ταχείας ριζοσπαστικοποίησης μεγάλου τμήματος του πληθυσμού. Η αξία της θεωρίας που θα καταδειχθεί όταν οικειοθελώς υποτάξει τον εαυτό της στην εξεγερσιακή πράξη.


Σήμερα στην Ελλάδα, οι συνθήκες απαιτούν ενότητα όλων τον δυνάμεων που αντιστέκονται στην υποταγή, στην εξαθλίωση, στον προελαύνοντα εχθρό. Η εξουσία εξαπολύει όλες της της δυνάμεις και είναι πασιφανές ότι αυτές είναι πολλές. Είναι απόλυτη ανάγκη η συσπείρωση όλων μας απέναντι στην πρωτοφανή επίθεση που δεχόμαστε. Όσοι δεν ακούσουν το μήνυμα της κοινωνίας που βράζει και διψά για ενότητα και σύνθεση των διαφορών στο πλαίσιο ενός γνήσια λαϊκού ταξικού κινήματος, θα είναι οι χαμένοι της υπόθεσης. Αν αυτοί είναι οι περισσότεροι, τότε είμαστε όλοι χαμένοι. Εν κατακλείδι: αν η απάντησή μας απέναντι στους καπιταλιστές, στην κυβέρνηση, στα κόμματα, στους μπάτσους, στους δικαστές, στους δημοσιογράφους, στους εργατοπατέρες είναι η εξέγερση, τότε η απάντηση του καθενός μας στο ερωτηματικό βλέμμα αυτού που περπατά μπροστά ή πίσω μας στο δρόμο της φωτιάς μπορεί να είναι μόνο η ενότητα και η αλληλεγγύη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου